ἀνευθύνων

ἀνευθύνων
ἀνευθύ̱νων , ἀνεύθυνος
not accountable
masc/fem/neut gen pl
ἀνευθύ̱νων , ἀνευθύνω
straighten
pres part act masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Δηλιγιάννης, Θεόδωρος — (Λαγκάδια Γορτυνίας 1823 – Αθήνα 1905).Πολιτικός, πρωθυπουργός της ελληνικής κυβέρνησης (1885 86, 1890 92, 1895 97, 1902 και 1905). Καταγόταν από οικογένεια Γορτύνιων αγωνιστών. Διαδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλο στην πολιτική σκηνή της χώρας. Η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”